Θα μου λείψετε φώτα. Θα μου λείψει η ασφάλειά σας. Το πως χρωματίζατε το κορμί μου καθώς λικνιζόμουν σε χαοτικούς ρυθμούς. Πράσινα , μπλε,κίτρινα φώτα. Κόκκινα. Χάος. Μουσική τόσο δυνατή που ποτίζει τα κύτταρά σου. Κουνάς το κεφάλι σου μπρος πίσω. Το πάτωμα τρέμει.Πίνεις μια γουλιά ποτό, γέρνεις στην καρέκλα και χαμογελάς. Και τα μάτια σου πετάνε φωτιές. Βάζουν πυρκαγιές σε όλη την αίθουσα.
Όταν ξυπνάς και ξαφνικά όλα γύρω σου φωνάζουν καλοκαίρι, νιώθεις να ξυπνάς και μέσα σου. Ο ήλιος είχε ζεστάνει με έναν πρωτόγνωρο τρόπο το δωμάτιο. Και χαμογέλασα. Γιατί όσο και να αργήσει η άνοιξη, ο χειμώνας μέσα μου έχει οριστικά τελειώσει.
Τι όμορφη λέξη. Οριστικά. Πάντα την απέφευγα. Την φοβόμουν. Φοβόμουν το μαχαίρι. Το απότομο τέλος. Πάντα χρησιμοποιούσα το ''ίσως''. Πάντα γύρναγα για λίγο πίσω. Χωρίς να ξέρω που πρέπει να είμαι. Χωρίς να ξέρω που πραγματικά θέλω να είμαι.
Τελείωσε. Σαν ένας εφιάλτης που κράτησε πολύ, μήνες ολόκληρους, τελείωσε. Αυτή την φορά ναι, τελείωσε. Ίσως να ξανάρθει μετά από καιρό, για λίγο, αποδυναμωμένη. Το δέρμα της πια θα έχει φυσιολογικό χρώμα. Τα μαλλιά της θα είναι πιασμένα σε μια όμορφη πλεξούδα. Τα πληγιασμένα χέρια της θα έχουν γιατρευτεί. Θα φοράει ένα καινούριο φόρεμα. Και το μόνο που θα θυμίζει πλέον το παρελθόν θα είναι το βάθος στα μάτια της. Και δεν θα είναι αρκετό να με κάνει να γυρίσω πίσω. Ποτέ ξανά.
Πρέπει να φτιάξω καφέ. Ώρες ώρες αμφισβητώ αυτό το νέο φως. Φοβάμαι μήπως κρύβει κάτι από το παρελθόν. Μήπως είναι μια ψευδαίσθηση. Μετά όμως βάζω την μουσική μου. Ζωγραφίζω την Μάγια. Και βλέπω πως τίποτε δεν έχει αλλάξει. Απλά μια νέα δύναμη κινεί τα χέρια και το είναι μου. Γιατί αυτή την φορά δεν είμαι μόνη.
Ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Τα χρώματα μέσα του όμως στρέφονται αλλού.
Όταν ξυπνάς και ξαφνικά όλα γύρω σου φωνάζουν καλοκαίρι, νιώθεις να ξυπνάς και μέσα σου. Ο ήλιος είχε ζεστάνει με έναν πρωτόγνωρο τρόπο το δωμάτιο. Και χαμογέλασα. Γιατί όσο και να αργήσει η άνοιξη, ο χειμώνας μέσα μου έχει οριστικά τελειώσει.
Τι όμορφη λέξη. Οριστικά. Πάντα την απέφευγα. Την φοβόμουν. Φοβόμουν το μαχαίρι. Το απότομο τέλος. Πάντα χρησιμοποιούσα το ''ίσως''. Πάντα γύρναγα για λίγο πίσω. Χωρίς να ξέρω που πρέπει να είμαι. Χωρίς να ξέρω που πραγματικά θέλω να είμαι.
Τελείωσε. Σαν ένας εφιάλτης που κράτησε πολύ, μήνες ολόκληρους, τελείωσε. Αυτή την φορά ναι, τελείωσε. Ίσως να ξανάρθει μετά από καιρό, για λίγο, αποδυναμωμένη. Το δέρμα της πια θα έχει φυσιολογικό χρώμα. Τα μαλλιά της θα είναι πιασμένα σε μια όμορφη πλεξούδα. Τα πληγιασμένα χέρια της θα έχουν γιατρευτεί. Θα φοράει ένα καινούριο φόρεμα. Και το μόνο που θα θυμίζει πλέον το παρελθόν θα είναι το βάθος στα μάτια της. Και δεν θα είναι αρκετό να με κάνει να γυρίσω πίσω. Ποτέ ξανά.
Πρέπει να φτιάξω καφέ. Ώρες ώρες αμφισβητώ αυτό το νέο φως. Φοβάμαι μήπως κρύβει κάτι από το παρελθόν. Μήπως είναι μια ψευδαίσθηση. Μετά όμως βάζω την μουσική μου. Ζωγραφίζω την Μάγια. Και βλέπω πως τίποτε δεν έχει αλλάξει. Απλά μια νέα δύναμη κινεί τα χέρια και το είναι μου. Γιατί αυτή την φορά δεν είμαι μόνη.
Ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Τα χρώματα μέσα του όμως στρέφονται αλλού.
No comments:
Post a Comment