Wednesday, June 29, 2011

Και μακάρι μικρή μου μετά από κάθε γαμήσι σου να μην άφηνες βιασμένη την ψυχή μου.

    Θα ήθελα να είχα φτερά. Άσπρα πλούσια αέρινα φτερά.
Πάμε πάλι
    Θα ήθελα να είμαι ελεύθερη. Άσπρη, ασπίλωτη και ελαφριά.
Καλύτερα.

   Οι άνθρωποι δεν πετάνε ως γνωστόν. Ούτε και πρόκειται να πετάξω ποτέ.
Άλλη μια.

    Τα δικά της φτερά με πνίγουν. Απίστευτο,αλλόκοτο,απρόσμενο. Απαλά αλλά σιδερένια ταυτόχρονα. Ποτίζουν τις φλέβες στον λαιμό μου. Και τρέχουν ψυχές στο σώμα μου, τρέχουν και το κατατρώνε περιμένοντας να φωνάξω.
    Τράβα μια τζούρα. Φύσα τον καπνό αργά. Κοίτα τα μαγικά του σχέδια μπροστά σου. Ζουν για στιγμές δημιουργίας, χάνονται μέσα σε ένα βλεφάρισμα.
   Πότε φώναξα όμως?
   Πότε αντέδρασα?
Μια ζωή παθητική, μια ζωή πρόβλημα.

   Τα πουλιά που με κοιτάνε στο παράθυρο έχουν μάτια φτιαγμένα από νύχτα. Εβένινα τα φτερουγίσματα τους, μυρίζει ανθρώπινη σάρκα. Η μόνη νύχτα που μου έχει απομείνει.
   Θέλω να την νιώσουν όλοι. Την απρόσμενη ησυχία, την σαγήνη που βρίσκεται ελεύθερη τώρα. Τα μάτια που δεν κοιτούν εκεί που πρέπει.
   Αν φύγεις θα είμαι άδεια. Έχεις ενσωματωθεί αιώνια στις παλάμες και στα χείλια που γεννήθηκαν για να αγαπάνε. Στο ανατρίχιασμα στον χορό σου μέσα μου, χορός σαν εκείνος της φλόγας. Το ήξερες όταν με έβλεπες να γεννιέμαι? Δεν σε θυμάμαι τότε. Θυμάμαι την μέρα που σε είδα πρώτη φορά. Ω γιατί τόσος πόνος, γιατί τόσο αίμα, γιατί τέτοιο βλέμμα θανάτου? Δεν ξέπλυνες σωστά τις αμαρτίες μου. Με έδεσες τόσο σφιχτά, λαχανιάζοντας στο αυτί μου παιδικές ανάσες. Το φόρεμα σου είναι γραμμένο πλέον στα δάχτυλά μου, κάθε σκίσιμο, κάθε πτυχή μυστική, κάθε μυστικό σου. Αγγίζω τυφλά και δέχομαι την τραχιά υφή του. Δέχομαι, θυμάμαι.
   Αν μείνεις δεν θα ζήσω ποτέ φυσιολογικά. Όμως εγώ είδα. Είδα όλα εκείνα τα δώρα που κέντησε η νύχτα βίαια στο κορμί μου. Κάθε ύφασμα με καίει. Κάθε φωνή με ταξιδεύει πάλι εκεί. Και χαράχτηκαν μονοπάτια σκοτεινά στο δέρμα μου, δρόμοι αρχηγοί του λάθους. Και πόνεσα και δάκρυα ανύποπτα πλημμύρισαν την χαρά σου. Αλλά είδα. Και αυτά που είδα είναι το παιδικό πάπλωμα που με προστατεύει. Είναι τα χέρια της αλήθειας. Έχει χέρια και με πνίγει.
    Το σώμα σου είναι παιδικό. Ο κόρφος σου η μοίρα. Τα στήθη σου νάρκη λάγνου πόθου του μέλλοντος. Οι πληγές σου μαρτυρούν ανθρώπινη ουσία. Τα λόγια σου αιώνιο κορεσμό. Με χρειάζεσαι, γιατί μόνο εγώ σε κάνω να ανασαίνεις. Τα χέρια σου προστάζονται από φενάκες κρυμμένες μέσα μου, γιορτινές ορχήστρες φτιαγμένες από ψέμα και άνεμο. Και γίνεσαι ένα μαζί μου, καρφώνοντας με ηδονικά ανάμεσα στην λογική και στην τρέλα.
  Και μακάρι μικρή μου μετά από κάθε γαμήσι σου να μην άφηνες βιασμένη την ψυχή μου.

No comments:

Post a Comment