Monday, January 30, 2012

She's turning cold

She's turning cold
No hand to hold now
She'd like to cry
But she forgot how

She's not helpless
Although she hopes that
Ribbons and bows
She's turning cold

She's turning cold
Human division
She's screamed before
But no one listened

The sting that's hard
In her chest feels wrong
The numbing slow
She's turning cold

She's turning cold
Her eyes are hollow
All that she owned
Had to be borrowed

The words they spoke
Were hard to swallow
It seems so long ago
The girl still had her glow
She lost the life she knows
She's turning cold

   Χρειάζομαι ζέστη. Με κούρασε αυτός ο χειμώνας. Με εξάντλησε. Και θα αργήσει να τελειώσει, αυτό είναι σίγουρο. Ο χειμώνας μέσα μου θα αργήσει να τελειώσει.

   Θέλω να νιώσω. Όσα ονειρεύτηκα και δεν τόλμησα ποτέ να διεκδικήσω. Ο άνεμος φυσάει σπάνια πια. Όχι όπως παλιά. Τόσο σπάνια που κάθε φορά που τον νιώθω να μαστιγώνει το πρόσωπό μου, πρώτα μένω έκπληκτη και μετά χαίρομαι. Χρειάζομαι άνεμο στην ζωή μου.

Γράψε Δάφνη. Έλα μπορείς. Γράψε όπως παλιά. Νιώσε, άγγιξε. Πάρε και δώσε.

Δεν μπορώ να γράψω για άλλη μια φορά.

Κρυώνω.
Πονάω.

Παγωμένα πάλι τα χέρια σου στο κορμί μου. Παγωμένη η ανάσα σου στην πλάτη σου. Ούτε ίχνος ζεστασιάς στα ματωμένα σου χείλη. Πάγος.

Έλα απόψε πάλι και γίνει η ερωμένη μου. Μόνο εσύ με χρειάζεσαι και μόνο εγώ σε χρειάζομαι. Το παιδικό μειδίασμα σου. Τα λιπόσαρκα άκρα σου γύρω από τον λαιμό μου. Έλα πάλι απόψε. Κοίτα με στα μάτια και δώσε μου λίγο τρόμο από μέσα σου. Μπας και νιώσω κάτι.

Μην χαθείς πάλι! Σταμάτα να φεύγεις! Αν είναι να έρθεις μείνε. Πέρασε την νύχτα μαζί μου. Η παγωνιά θα μας ενώσει. Θα τρυπήσει τα κορμιά μας. Θα γίνουμε ένα γιατί δεν υπάρχει κανένα άλλο. Ούτε δύο ούτε τρία. Θα γίνουμε ένα.

Φύσα τον καπνό. Κλείσε τα μάτια. Ζωγράφισε. Τραγούδα. Οδήγησε τα χέρια σου στο χαρτί και την φωνή σου στον ουρανό. Κάνε κάτι.

Σε παρακαλώ, κάνε κάτι.

Sunday, January 15, 2012

Show must go on

    Παλεύουν δυο καταστάσεις αυτή την στιγμή μέσα μου: Η καινούρια γυαλιστερή δυνατή Δάφνη, που ''δεν θα αφήσει κανέναν ποτέ ξανά να την γαμήσει τόσο πολύ ψυχολογικά μετά τα γεγονότα του καλοκαιριού'', και η αδύναμη, διψασμένη για ψέμα Δάφνη. Διψασμένη για θέατρο, ψεύτικα χαμόγελα και ηλίθιες, κούφιες υποσχέσεις.

   Δεν πιστεύω στον έρωτα. Έχω αναπτύξει άπειρες φορές αυτό το θέμα, και καταλήγω απόλυτη. Ή μάλλον, ας το θέσω διαφορετικά. Δεν πιστεύω ότι θα μπορέσω να ερωτευτώ ποτέ εγώ, και συνεπώς, να αγαπήσω. Να είμαι έτοιμη να πεθάνω για τον άλλον. Να τον θεωρώ πιο σημαντικό και από τον ίδιο μου τον εαυτό. Δεν είναι ότι μου φαίνεται λάθος. Νιώθω πως θα έχανα τον εαυτό μου σε μια τέτοια κατάσταση. Και αγαπάω τον εαυτό μου όπως και να το κάνουμε.

   Μπορώ να νοιαστώ για ανθρώπους. Μπορώ να ρίξω την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπεια μου στα πατώματα και να πάρω τηλέφωνο κλαίγοντας και παρακαλώντας τον άλλον, απλά επειδή τον χρειάζομαι. Φριχτό συναίσθημα ε? Να χρειάζεσαι κάποιον. Και να μην ξέρεις  γιατί. Να μπορείς να εξηγήσεις γιατί το σώμα σου χρειάζεται φαγητό και νερό, αλλά να μην καταλαβαίνεις πώς γίνεται μια πολύ συγκεκριμένη φωνή και ένα πολύ συγκεκριμένο άγγιγμα να ηρεμούν τους παλμούς της καρδιάς σου. Να θέλεις να βλέπεις τον άλλον να χαμογελάει. Να χρειάζεσαι τα χέρια του γύρω από το σώμα σου όταν κοιμάσαι.

  Όμως σταδιακά, το ''χρειάζομαι'' δεν προκαλεί κτητικές καταστάσεις? Θέλεις ο άλλος να είναι δικός σου. Ζηλεύεις. Πειράζει που δεν κατάλαβα ποτέ το συναίσθημα της ζήλειας? Περιμένω ειλικρίνεια από τους ανθρώπους. Οτιδήποτε και να έχεις με ένα άτομο του άλλου φύλου, είσαι υποχρεωμένος να δεχθείς πως πριν από εσένα, και φυσικά και μετά από εσένα υπήρχε και θα υπάρχει ένας άνθρωπος πιο σημαντικός από εσένα! Ένας φίλος για παράδειγμα. Γιατί να ζηλέψεις? Γιατί απαιτούμε άραγε εμείς οι άνθρωποι να είμαστε το νούμερο ένα στην ψυχή του άλλου? Αφού γνωρίζουμε πώς, ακόμα και να το καταφέρουμε, δεν θα κρατήσει για πολύ! Δεν γίνεται απλά να χαιρόμαστε ότι έχουμε? Άνθρωποι έρχονται και φεύγουν. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ρουφάμε εμπειρίες, να ρουφάμε, να συλλέγουμε ανθρώπινα κομμάτια και να μαθαίνουμε. Η κάθε σχέση, η κάθε επαφή να μας οδηγεί σε κάτι καλύτερο.

  Για να καταλήξουμε στον γάμο? Μα γιατί! Το να βρεις έναν άνθρωπο που να σε εμπνέει τόσο πολύ ώστε να θες να περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου μαζί του,το θεωρώ γελοίο. Ή τουλάχιστον, όμορφο, αλλά σπάνιο. Κοίτα όμως που όλοι παντρεύονται! Όλοι!

  Ψάχνω και δεν βρίσκω για άλλη μια φορά σήμερα. Κάνω βόλτες προβληματισμένη στο κλουβί μου, πέρα δώθε πέρα δώθε.

   Το να νοιάζεσαι πρέπει να οδηγεί οπωσδήποτε κάπου? Το να χρειάζεσαι κάποιον είναι κακό τελικά? Αναιρώ μόνη μου τα όσα λέω!

  Και τι θα πει να χρειάζεσαι κάποιον άραγε? Να θες να είσαι κομμάτι της ζωής του? Μικρό ή μεγάλο, δεν έχει σημασία. Γιατί να τυποποιούμε τα ανθρώπινα συναισθήματα! Γιατί να τα βάζουμε σε ένα κουτί! Σε ένα άσχημο καλούπι! Γιατί να υπάρχουν ''κανόνες'' στις ανθρώπινες σχέσεις? Πάμε να δαμάσουμε κάτι τόσο αόριστο όπως την ανθρώπινη ψυχή? Και τελικά, πληγωνόμαστε από τους ίδιους κανόνες που θέσαμε εμείς! Δεν μπορούν να είναι όλα απλά?

  Μπέρδεμα, μπέρδεμα. Το μυαλό μου μπλέκεται σαν κουβάρι. Χάνομαι και δεν καταλήγω πάλι πουθενά. Ένα πολύ συγκεκριμένο άτομο που τώρα πια δεν υπάρχει στην ζωή μου θα με ρώταγε απλά και απότομα κάτι τελείως διαφορετικό από αυτές τις αμπελοφιλοσοφίες: ''Τι θες εσύ Δάφνη? Όχι η κοινωνία, όχι οι άνθρωποι με τους οποίους μπλέκεις, αλλά εσύ. Για μια φορά σταμάτα να παρασύρεσαι και κάνε αυτό που θες και σε κάνει να νιώθεις καλά''.

  Έχω συνηθίσει να παίζω αγαπητέ! Να παίζω την ταινία που έχω στο μυαλό μου. Εμπρός λοιπόν, ώρα να καταρρεύσουν όλα. Πέφτω στην ίδια μου την παγίδα! Στην φάκα που είχα φτιάξει τόσα χρόνια, να 'μαι, εκεί έχω πιαστεί.

  Τι θέλω άραγε? Τι θες Δάφνη? Γιατί νομίζω πώς παρεξήγησες τα πάντα. Όταν σε πνίγει το λευκό, η λύση δεν είναι να καταφύγεις στο μαύρο. Δεν υπάρχει λόγος να διαλέξεις το άλλο άκρο. Χρειάζεσαι ηρεμία. Χρειάζεσαι χαρά ανεμελιά. Χρειάζεσαι, χρειάζεσαι.

  Χρειάζεσαι?

  Σταμάτα να με κοιτάς από το δωμάτιό μου. Σε βαρέθηκα. Βαρέθηκα να με προστάζεις με τα άδεια σου μάτια. Να μου δείχνεις τι πρέπει να κάνω με τα σαπισμένα πληγιασμένα σου χέρια. Θέλω να σε πετάξω στα σκουπίδια ακούς? Την νεκρή παγωμένη ύπαρξή σου. Θέλω να ζήσω επιτέλους.

   Πρώτη φορά χαμογελάς με τόση αυτοπεποίθηση. Τόσο ήρεμα. Φεύγεις. Και τρόμος με κατακλύζει. Θα ξανάρθεις όταν πέσει η νύχτα, να μου θυμίσεις ότι πάντα κάτι χρειάζομαι, κάποιον, χωρίς να ξέρω τι. Θα σκίσεις τα χέρια μου με τα νύχια σου. Θα με κάνεις να ούρλιάξω από απόγνωση. Ξανά ξανά. Εκατομμύρια ίδιες νύχτες.

  Μόνη. Μόνη. Μόνη. Εγώ και εκείνη αγκαλιά. Οι μαύρες της μπούκλες τυλίγονται σφιχτά γύρω από το σώμα μου. Σε παρακαλώ. Όχι άλλο. Όχι άλλο.

  Και παίρνω ρίσκα. Τρέχω από άνθρωπο σε άνθρωπο, αγκαλιάζω το είναι τους, δίνω δίνω. Πετάω λέξεις βαριές. Και μετά φεύγω ξαφνικά μια μέρα. Και ξανά το ίδιο!

  Αλήθεια δεν έψαχνα? Αλήθεια δεν βρήκα? Τι φταίει τώρα?

 Φύγε σου είπα! Πάρε τα χέρια σου από πάνω μου! Με πονάς! Με πονάς από τότε που ήμουν 11. Με κατέστρεψες. Πόνεσα κόσμο. Έκανα φριχτά πράγματα. Φύγε λοιπόν! Άσε με να χαμογελάσω. Σε παρακαλώ.

  Όλα είναι απλά. Ας μην τα μπερδεύω λοιπόν.

Wednesday, January 11, 2012

Σάρκα

     Σήμερα στην σχολή κάναμε ένα κείμενο για τον Εγγονόπουλο. Μετά από κουραστικές αναλύσεις των υπερρεαλιστικών ξεσπασμάτων του ποιητή, η καθηγήτρια κατέληξε στα εξής:

''Ο ποιητής προσπαθεί απελπισμένα να καταφύγει στο φαντασιακό για να απομακρυνθεί από την πεζή πραγματικότητα. Αλλά και η ίδια η φαντασίωσή του κρύβει παγίδες. Δεν τον ικανοποιεί, τον βυθίζει ακόμα περισσότερο στην μοναξιά και στην απελπισία του''

Χρααατς.
Τα λόγια της με έκοψαν βαθιά για κάποιο λόγο. Κάθε λέξη βροντοχτυπούσε μέσα μου. Παγωμένη, χάθηκα στις σκέψεις μου.

   Το φαντασιακό. Μια μαγική φούσκα όπου όλα είναι δυνατά. Το καταφύγιό μου από παιδί. Δρόμοι και μέρη όπου ο πλούτος, η ομορφιά και η δύναμη ξεχείλιζαν από το στήθος μου. Παγιδευμένη σε φαντασιώσεις ιδανικών καταστάσεων, χωρίς ποτέ όμως να τολμάω να υλοποιήσω καμία από αυτές. Παγιδευμένη στον εαυτό μου. Ανθρώπινος εγωισμός. Ανθρώπινο βόλεμα.

    Σαπισμένοι άνθρωποι. Πόση υποκρισία! Πόσα αηδιαστικά χαμόγελα. Γυρνούν το βλέμμα αλλού σε διαφορετικές καταστάσεις. Αληθινές καταστάσεις. Οι άνθρωποι δεν δημιουργήθηκαν για να απεχθάνονται το αίμα και τον φόνο. Ξεκίνησαν ως ζώα, που παρακινούνταν μόνο από τα ένστικτά τους. Σκότωναν για επιβίωση και για εξουσία. Αλήθεια, ποιός δεν έχει μισήσει κάποιον τόσο πολύ ώστε να φανταστεί τον φόνο του μέσα στο μυαλό του? Κατευθείαν όμως αποστρέφουμε την σκέψη μας από αυτή την εικόνα, επειδή το έχουμε συνδέσει με κάτι αισχρό και λάθος. Λες και δεν ξέρουμε ποιά είναι η πραγματική, άγρια φύση του ανθρώπου! Στρέφουμε το βλέμμα αλλού και συνεχίζουμε, χωρίς να καταλαβαίνουμε τι πραγματικά συνέβη μέσα μας για λίγο. Και μετά αποκαλούμε άρρωστο όποιον έχει το θάρρος να συζητήσει τέτοια θέματα και πτυχές της ύπαρξής μας. Σάπιοι άνθρωποι!

  Σκεφτόμουν την φύση και το πώς η ανθρώπινη ουσία ξεχωρίζει. Τα ζώα σκοτώνουν για επιβίωση. Ο άνθρωπος όταν σκοτώνει, το κάνει για προσωπική ευχαρίστηση, για την ικανοποίηση ενός θαμμένου εγωισμού. Σάπιοι άνθρωποι! Ποιός είναι πιο διεστραμμένος τώρα?

  Σκεφτόμουν την κυριαρχία της σάρκας στον άνθρωπο. Πού είναι η ψυχή και η ανωτερότητά μας όταν επιστρατέυουμε το σώμα για την κατάκτηση πνευματικών αγαθών?

  Σκεφτόμουν το σεξ. Πώς ο άντρας αδειάζει και η γυναίκα γεμίζει σωματικά και πρακτικά. Ψυχικά όμως συμβαίνει το αντίθετο. Ο άντρας γεμίζει και η γυναίκα αδειάζει. Κάθε γυναίκα αφήνει ένα κομμάτι της στον κάθε άντρα, οι άντρες όμως όχι. Γιατί τόση αντίθεση στην φύση άραγε?

  Σάρκα. Αφή. Ηδονή. Ο άνθρωπος,ζωικά παρασυρόμενος, θέλει να αγγίξει, να γεμίσει. Θέλει να νιώσει την αίσθηση ενός ξένου κορμιού πάνω στο δικό του. Να το ανακαλύψει με τα χέρια. Θέλει να δαγκώσει με μανία την τροφή ώστε να ξεχυθεί η γεύση της στο στόμα του και να ικανοποιήσει τους αισθητήρες της γλώσσας του. Θέλει να κουνήσει μανιασμένα το κορμί του στον ρυθμό γρήγορης μουσικής. Να τινάξει τους μυς του, να χαλαρώσει. Μέσω πράξεων καθαρά σωματικών ο άνθρωπος γεμίζει ψυχικά. Σάρκα και μετά ψυχή.

  Υπάρχουν άραγε πράγματι άνθρωποι που λειτουργούν αντίθετα από αυτό? Πρώτα γεμίζουν ψυχικά και ύστερα ξεσπούν με το σώμα? Σαν εμένα ίσως.

  Ψάχνω και χάνομαι. Ακολουθώ όποιο νήμα, όποιον δρόμο βρεθεί στην ζωή μου χωρίς να τον επεξεργαστώ καθόλου, μπλέκομαι με σκέψεις και ύστερα ξανά στην αρχή, ο ίδιος αέναος κύκλος μου.

  Ψάχνω και δεν καταλήγω πουθενά! Πάλι ψάχνω το ζώο μέσα μου, γιατί με κούρασε πολύ η ανθρώπινη ιδιότητα. Με κούρασε πολύ. Ψάχνω εκείνο το ζώο μέσα μου. Και το βρίσκω! Ανεστραμμένο και αντίθετο!

  Ψάχνω,ψάχνω και δεν καταλήγω πουθενά! Ποτέ δεν θα καταλήξω από ότι φαίνεται. Θα αναζητώ αιώνια, και θα πεθάνω χωρίς να γνωρίζω! Θα ζω, θα νιώθω, θα γεύομαι τροφή και σάρκα και μετά θα πεθάνω δίχως να γνωρίζω τι είναι πραγματικά ο άνθρωπος. Χάνομαι σε αναλύσεις του Φρόυντ και του Λακάν, οδηγούμαι χαρούμενη κάπου και ύστερα χάνομαι πάλι.Ψάχνω!

Και θα πεθάνω ψάχνοντας.

 

Saturday, January 7, 2012

Ανθρώπινες σχέσεις.

   Σκεφτόμουν ότι όταν έχεις μάθει να ζεις με έναν συγκεκριμένο τρόπο, είναι δύσκολο έως αδύνατο να αλλάξεις.

  Η μητέρα μου λέει εδώ και αρκετό καιρό μια συγκεκριμένη ατάκα που κανονικά θα έπρεπε να μου κάνει αίσθηση, αλλά για κάποιο λόγο απλά παγώνω όταν την ακούω.

''Δεν σε βλέπω να χαμογελάς. Δεν είσαι χαρούμενη. Τα παιδιά της ηλικίας σου πρέπει να είστε χαρούμενα. Δεν έχετε έννοιες. Ούτε και τίποτα σοβαρό να σας απασχολεί''.

   Και μετά η διαπίστωση πέφτει σαν βόμβα στο μυαλό μου και τα διαλύει όλα.

Πόνος.
Η συνισταμένη όλων των διαπροσωπικών μου σχέσεων.
Οτιδήποτε ξεκινούσα, το ξεκινούσα με πόνο. Δενόμουν με ανθρώπους, έφτιαχνα σχέσεις, φιλίες.
Βλέπω ζευγάρια και φίλους να βασίζουν τις σχέσεις τους στην ανεμελιά. Στην χαρά.
Το βλέπω και για κάποιο λόγο νιώθω ότι ζω σε άλλον πλανήτη.
 
Τι να τους κάνω τους ανθρώπους της ανεμελιάς? Τους ευτυχισμένους? Αφού δεν χρειάζονται τίποτα από τους άλλους ανθρώπους. Γιατί είναι ευτυχισμένοι.

Πώς θα ανακαλύψω έναν ξένο, τον άβυσσο της ψυχής του, εάν δεν ενωθούμε μέσω κοινών εμπειριών? Εάν δεν μου πει και του πω την ιστορία του καθενός μας. Εάν δεν δω πέρα από τα μάτια του.

  Γιατί ο κάθε άνθρωπος κουβαλάει μια ιστορία μέσα του. Γεγονότα και φαντασιώσεις που κρύβονται καλά πίσω από χειροποίητες μάσκες. Πάθη, πόνους και λάθη. Την ταυτότητά του. Πώς μπορούν οι άνθρωποι να δένονται με χαμόγελα? Εγώ γιατί έμαθα να δένομαι με δάκρυα?

  Ίσως έχω δίκιο. Ίσως απλά πνίγομαι μέσα σε μια εποχή ψυχικής και συναισθηματικής ρηχότητας. Οι άνθρωποι δεν θέλουν πλέον να ανακαλύπτουν τέτοια πράγματα. Βαριούνται. Οι δυο πιο βαθείς και συναισθηματικές λέξεις που υπάρχουν στον κόσμο για μένα, το ''είμαι εδώ'' (και όχι το σ'αγαπώ), πόσο εύκολα και χωρίς σκέψη το πετάει κανείς σήμερα? Θα είσαι εδώ αλήθεια? Φυσικά και όχι. Όταν το μόνο που σε δένει με τον άλλον είναι μια συζήτηση για το που πήγες το καλοκαίρι και δυο ανέκδοτα με τον Τσακ Νόρρις που πετάς κάθε φορά που πηγαίνεται για καφέ, τότε δεν βρίσκω κάποιο λόγο ο άλλος να σου σταθεί όταν χρειαστείς έναν άνθρωπο δίπλα σου. Αντιθέτως, θα έχει συνηθίσει τόσο πολύ την επιφάνεια και την επιτηδευμένη καλοπέραση στο άτομό σου, που το πιθανότερο είναι να τρομάξει. Και να φύγει. Δεν είναι εποχές για να ανακαλύψεις την ψυχή του διπλανού σου. Είναι εποχές να την θάψεις όσο πιο βαθιά γίνεται και να φορέσεις το πιο ψεύτικο χαμόγελό σου. Έτσι πάει.

  Γιατί αυτά τα ζευγάρια μου προκαλούν αηδία? Γιατί μου φέρνουν στο νου κάτι που σαπίζει αργά και σταθερά? Γιατί δεν μπορώ να χαρώ με τα ουράνια τόξα απέραντης βλακείας που σκορπίζουν στο πέρασμά τους? Γιατί τα φωτεινά τους πρόσωπα μου θυμίζουν θάνατο?

  Εγώ δηλαδή δεν θέλω να είμαι χαρούμενη? Δεν θέλω να χαμογελάω? Δεν πρέπει να χαμογελάω? Κανείς γύρω μου δεν με θεώρησε σοβαρή. Αντίθετα, η συμπεριφορά μου είναι τόσο προκλητική ώρες ώρες που τρομάζει. Και όλοι με θεωρούν εξαιρετικά χαρούμενο άνθρωπο. Εξαιρετικά ανέμελο. Εξαιρετικά-
 
  Σταμάτα!

  Δεν είμαι υποχρεωμένη να χαρώ με κάτι που με αηδιάζει έτσι δεν είναι? Δεν είμαι υποχρεωμένη να δώσω την ψυχή μου στον πρώτο τυχόντα έτσι δεν είναι? Είναι το μόνο πράγμα που έχω δικό μου πλέον.

  Μήπως όμως κάνω λάθος και είμαι πολύ απόλυτη? Μήπως πέφτω στην παγίδα της πομπώδης ανωτερώτητας και της μοιρολατρίας? Μήπως πραγματικά αυτό που χρειάζεται η ηλικία μας είναι χαρά? Απλή, επιφανειακή ή βαθύτερη, ψεύτικη ή αληθινή. Μήπως έχει δίκιο η μητέρα μου? Μήπως κυνηγάω καταστάσεις που δεν ταιριάζουν στα 18 μου χρόνια ζωής?

  Μα γεννήθηκα για να βρίθω αντιφάσεων. Όσο παιδί είμαι στην αναζήτηση της ομορφιάς και της μαγείας, άλλο τόσο ενήλικας στον τρόπο σκέψης μου και στην αναζήτηση της λογικής. Πόσο άσχημη λέξη η λογική έτσι δεν είναι? Μου θυμίζει βρώμικα παλιά χαρτιά και αριθμούς.

  Κάποιος, εάν του περιέγραφα το πώς σκέφτομαι και αντιλαμβάνομαι τον έρωτα και τις ανθρώπινες σχέσεις, θα με αποκαλούσε επιπόλαια ''τραγικά ρομαντική''. Τι είναι ο ρομαντισμός αλήθεια? Για την κοινή γνώμη, αυτή η λέξη για κάποιον λόγο συνδέεται με λουλούδια και κεράκια.
  Πώς είναι δυνατόν να συνδέουμε κάτι τόσο σπάνιο, απόμακρο και ιερό όσο τον έρωτα με υλικά αγαθά! Πόσο βλάσφημο και αβάσιμο!

  Άλλοι τον συνδέουν με εικόνες μεσαιωνικές, δείγματα ιπποτισμού και τέχνης. Με εποχές όπου ο έρωτας δεν ήταν κατάσταση αλλά τρόπος ζωής.

   Ρομαντισμός για μένα είναι η πίστη στον άνθρωπο και στην πραγματική του φύση. Η πίστη ότι πίσω από βαμμένα μαλλιά, σκουλαρίκια και φανταχτερά ρούχα, πίσω από ωραία ή άσχημα σώματα και πρόσωπα, υπάρχει κάτι που ονομάζεται ψυχή. Και είναι το πιο σαγηνευτικό και ερεθιστικό όλων.

   Όταν ξεκινούσα κάτι με πόνο, δενόμουν τόσο εύκολα! Αγκάλιαζα το είναι του άλλου με τόση δύναμη. Και τον έδιωχνα όμως σύντομα με μια ευκολία και μια απάθεια τελείως χαρακτηριστική μου. Σαν παιδί που βαριέται εύκολα τα παιχνίδια του. Εγώ, ο υπασπιστής των αληθινών σχέσεων, έπαιζα σαν κακομαθημένο παιδάκι. Και φυσικά και δεν έπαιρνα αυτό που έψαχνα.

  Αυτό που έμαθα λοιπόν μετά από χρόνια, αφού τιμωρήθηκα από την ίδια την ζωή για τις πράξεις μου, ήταν πως δεν δενόμουν ποτέ πραγματικά με το άτομο που είχα κάθε φορά απέναντί μου. Δενόμουν με αυτό που αντιπροσώπευε για μένα. Με μια άψυχη κούκλα που είχα ως πρότυπο στο μυαλό μου. Και έφτιαχνα, όπως αφελέστατα κάνω πάντα, το παραμύθι μου. Όπως όταν ήμουν παιδί, έφτιαχνα την ιστορία. Και την έπαιζα σαν ταινία.

   Και τώρα με προκαλεί η ανεμελιά η ίδια. Με προκαλεί να αφήσω όσα κουβαλάω πίσω μου και να ζήσω. Να ζήσω? Υπάρχει ζωή χωρίς τον θάνατο? Υπάρχει καλό δίχως κακό? Έμαθα τι είναι ζωή με έναν ανάποδο τρόπο. Δυο είναι χοντρικά οι καταστάσεις που προκαλούν πόνο. Η πιο αναγνωρίσιμη είναι η έλλειψη υλικών αγαθών, που κάποιες φορές δεν συνεπάγεται έλλειψη συναισθηματικής πληρότητας. Η άλλη, η πιο παρεξηγημένη ίσως, είναι η πληρότητα όσον αφορά τα υλικά αγαθά, και το απόλυτο συναισθηματικό κενό. Πώς να καταλάβεις τι περνάνε οι δεύτεροι άνθρωποι. Στο μυαλό του κοσμάκη ένα κομμάτι ψωμί είναι το μόνο πράγμα με το οποίο πρέπει να είσαι ευχαριστημένος.

 Και ναι ανήκω στην δεύτερη κατηγορία. Και εδώ θα σταματήσει η σκέψη μου για σήμερα, στο κομμάτι όπου καλούμαι να αλλάξω, όχι μόνο για να προσαρμοστώ σε καινούριες καταστάσεις.

Αλλά και για να ηρεμήσω εγώ η ίδια πάνω από όλα.

Tuesday, January 3, 2012

Requiem

    Πνίγομαι.
    Πνίγομαι
    Πνίγομαι?

Πάρε τα χέρια σου από πάνω μου.
Ή μάλλον, ας κατεβάσω τα δικά μου χέρια από τον λαιμό μου.
Βιάσου.
Δεν έχεις χρόνο.

Έλα να βαφτούμε όμορφα. Έλα να γίνουμε όμορφες. Θα πασαλειφθούμε με κόκκινο. Όχι μόνο στα χείλια! Θα χαθεί η λάμψη! Κόκκινο σε όλο το πρόσωπο, μια κόκκινη μάζα με σκούρα μάτια κοιτάζει τον καθρέφτη. Κοίτα τι όμορφες που είμαστε! Όμορφες. Όμορφες. Γιατί μιλάω για δυο άτομα?

Έλα να με ντύσεις όπως τότε. Γιατί μου έλειψε. Μου λείπει κάθε νύχτα το άγγιγμά σου. Το παρανοικό σου γέλιο. Τα μάτια σου που γυάλιζαν στο φως από τα κεριά που άναβες.

Τύλιξέ με με νύχτα. Με άνεμο. Κούμπωσε την γη στο στήθος μου. Τακτοποίησε τις πιέτες που σχηματίζει το νερό στα πόδια μου. Πνίξε με στα αρώματα του κόσμου. Μουτζούρωσε ευλαβικά το πρόσωπό μου με χρώματα. Δέσε τα μαλλιά μου με κορδέλες φτιαγμένες από πόνο.

Γύρνα με προς τον καθρέφτη. Εμπρός, βιάσου. Θέλω να με δω. Μπλαβιασμένη μέσα στα δώρα σου. Δεν μπορώ πια να πάρω ανάσα. Το πρόσωπό μου κοκκινίζει. Τα άπειρα μαργαριτάρια που έχεις σφίξει γύρω από τον λαιμό μου αστράφτουν. Είναι πανέμορφα. Και με πνίγουν αργά. Καθώς τα μάτια μου κλείνουν σε βλέπω να χορεύεις εκστασιασμένη. Είσαι χαρούμενη για τα δώρα σου.

Με ξυπνάς με φιλιά στα χέρια. Όπως η κούκλα τον δημιουργό της. Κουνάς τα σχοινιά μου επιτακτικά.

- Ξύπνα! λες κοφτά στο αυτί μου.

Δεν θέλω. Δεν θέλω να ξυπνήσω.

Πως γίνεται να αγαπάς όσα σε έκαναν να πονέσεις? Να επιζητάς εκείνο το αδιόρατο κάψιμο της ψυχής σου. Να επιθυμείς τις μαύρες εκείνες μέρες. Γιατί?

Σύνελθε!

Γιατί ήταν δικές σου! Εσύ τις έφτιαξες! Τον μικρό σου γυάλινο κόσμο. Το κλουβί σου με τα χρυσά κάγκελα. Εκείνη.

Σύνελθε!

Εκείνη?

Όχι.

Εκείνη υπήρχε.

Υπήρχε πριν και θα υπάρχει μετά.

Έτσι δεν είναι?

Θέλω να φύγω. Χρειάζομαι λίγο δάσος πάλι. Λίγο φρέσκο αέρα. Θέλω να μείνω μόνη μου.

Σύνελθε!

Πώς είναι να πεθαίνεις άραγε? Πονάει? Υποφέρεις? Ή απλά πέφτεις στον πιο υπέροχο και ανενόχλητο ύπνο που θα μπορούσες ποτέ να επιθυμίσεις. Χωρίς να σε νοιάζουν όλα αυτά που θα άφηνες πίσω σου. Οι άνθρωποι, οι στιγμές. Πώς είναι να πεθαίνεις?

Άρωμα θανάτου. Πώς μυρίζει ο θάνατος? Η απάντηση βγαίνει από τα χείλη σου τόσο εύκολα, αφού εμφανίζεσαι ξαφνικά μπροστά μου. Δαγκώνεις τα χείλια σου καθώς σκέφτεσαι. Τα μάτια σου κοιτάνε πάνω χαμένα στα γρανάζια του μυαλού σου. Παίζεις νευρικά με μια τούφα από το μαλλιά σου. Και μετά με κοιτάς.

Μυρίζει καμμένη σάρκα. Και λουλούδια. Ο χορός του καλού και του κακού. Φαντάσου τα να χορεύουν! Πόνος και ομορφιά. Μυρίζει τόσα διαφορετικά πράγματα στον καθένα. Άλλοι μυρίζουν αρώματα ανθρώπων ξεχασμένων στην δίνη του χρόνου. Αντρικά και γυναικεία αρώματα από τα παλιά. Διακριτικά, έντονα, βαριά. Άλλοι καπνό, στάχτη και φωτιά. Εκείνοι που τον φοβούνται δηλαδή. Εκείνοι που φοβούνται τον θάνατο.

Σύνελθε!

Τον φοβάμαι ή τον περιμένω χωρίς δεύτερη σκέψη? Πώς μυρίζει ο θάνατος σε μένα? Αφού δεν έχω μυρίσει ποτέ καμμένη ανθρώπινη σάρκα. Και το άρωμα των λουλουδιών αυτή την στιγμή μοιάζει ξεχασμένο στην βρόμα της πόλης.

Γιατί χαμογελάς?

Ξέρω.

Ξέρω.

Ο θάνατος είναι το άρωμά σου. Το πιο αθώο και γλυκό άρωμα που έχω μυρίσει ποτέ! Άρωμα έρωτα. Άρωμα πόθου. Άρωμα θανάτου. Πώς γίνεται κάτι τόσο μαγικό και σαγηνευτικό να το ταυτίζω με το τέλος? Το τέλος! Ναι το τέλος θα είναι στα μαλλιά σου. Εκεί θα τελειώσω ως ύπαρξη, εκεί θα ολοκληρωθώ, εκεί θα τελειώσουν τα πάντα. Με εμένα να χάνομαι στα μαλλιά σου κλείνοντας τα μάτια.

Θέλω για μια φορά να μπορέσω να αγγίξω το δέρμα σου σαν να είσαι άνθρωπος. Να μπορέσω να νιώσω τις μαύρες μπούκλες σου να μου γαργαλάνε τα χέρια. Να μην χρειάζεται να σε ονειρευτώ. Να μην χρειάζεται να εμφανίζεσαι χωρίς προειδοποίηση. Να έχω εξουσία στο σώμα σου. Μπορώ να σε εξουσιάζω αφού υπάρχεις, έτσι δεν είναι?

Ώστε να έχω ελπίδα! Να νιώσω τόσο καθαρά την μορφή σου για μια φορά, να μου δώσεις ελπίδα! Να μου πεις πώς όλα θα πάνε καλά, ναι θα πάνε καλά. Ποιός άλλος πέρα από τα θραύσματα του εαυτού μου θα μου δώσει ελπίδα? Ξένα σκοτεινά πρόσωπα? Τραχιά δανεικά χέρια?

Έλα, έστω για μια στιγμή! Προτού να είναι αργά! Έλα και πες μου δυνατά και καθαρά πως όλα θα πάνε καλά!

Προτού να είναι αργά.

Παρένθεση

   Αυτές τις διακοπές, μου έκανε καλό που έτυχε να μείνω μόνη. Σκέφτηκα. Ανέλυσα. Έστυψα το μυαλό μου για ώρες. Επιτέλους, είδα, δεν κοίταξα απλά.

  Νιώθω να με γεμίζει κάτι καινούριο. Κάτι που δεν έχω ξαναζήσει ποτέ. Μια αναπάντεχη ηρεμία. Ακριβώς αυτό που ευχήθηκα για τον νέο χρόνο. Επιλεγμένα άτομα γύρω μου, μόνο τα άτομα που μου στάθηκαν, πέρασαν την δοκιμασία του χρόνου, και πάνω από όλα, με δέχτηκαν για αυτό που είμαι. Δέχτηκαν το κάθε μικρό και μεγάλο ελάττωμα και ιδιοτροπία μου, τα καλά και τα περίεργά μου. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, ένιωσα να περιτριγυρίζομαι από αγάπη.

  Νιώθω να με γεμίζει κάτι καινούριο. Μεγάλωσα ναι. Αλλά κατά κάποιον τρελό τρόπο, δεν με πονάει πια. Αρχίζω να βλέπω την μαγεία του να έχεις την ζωή στα χέρια σου.

Νιώθω όμορφα. Γεμάτη. Αρκετά ώστε να χαμογελάω χωρίς προσπάθεια