Sunday, April 29, 2012

Χρόνος.

      Μορφές. Με σκονισμένα πρόσωπα και σκισμένα ρούχα. Μορφές που με αγκαλιάζουν το βράδυ. Κάθε βράδυ την ίδια ώρα. Μορφές οικείες. Ο κόσμος μου.

    Μην τρομάζετε, όχι! Το δέρμα τους έχει μαραζώσει από τον χρόνο. Τα μαλλιά τους έχουν πέσει. Τα μάτια τους θολωμένα. Αλλά χαμογελούν! Μου λένε ιστορίες. Κάθονται κάθε νύχτα σε έναν όμορφο κύκλο. Έναν σωστό κύκλο. Και μου λένε παραμύθια από τα παλιά. Τις λέξεις που κουβαλάνε αιώνες μέσα τους. Από πιο ευτυχισμένους καιρούς. Εκεί όπου όλα τα παιδιά είναι χαρούμενα.

   Με καλούνε να παίξουμε. Ότι και να πιάσουν στα χέρια τους όμως πέφτει. Κλαίνε. Δεν έχουν πια ύλη, μυς, κόκκαλα. Έχουν γίνει στάχτη μέσα στον χρόνο. Κλαίνε γοερά.Το μόνο που έχει μείνει είναι η ανάμνηση του ποιοί ήταν. Η ιδέα τους. Η ιστορία τους.

  Μη τρομάζεις! Ο θάνατος είναι όσο τρομακτική είναι και η γέννηση. Όσο ανατριχιαστικό είναι να βλέπεις έναν άνθρωπο να βγαίνει μέσα από έναν άλλον, τόσο είναι και το να τον βλέπεις να παύει να υπάρχει. Σκέψου. Άνοιξε τα μάτια σου και κοίτα. Φοβόμαστε το τέλος. Φοβόμαστε τον χρόνο. Δεν μας τρομάζουν τα ρολόγια όμως. Τρέμουμε την ιδέα του ότι αυτό το τέλειο ον γεμάτο ενέργεια και ομορφιά που είμαστε τώρα, που λειτουργεί τόσο περίπλοκα και βασιλεύει στον κόσμο, ο άνθρωπος, μια μέρα δεν θα έχει θέση στον κόσμο που θεωρεί ότι βασιλεύει. Το σώμα του θα σαπίσει και σιγά σιγά θα γίνει ένα με την γη που τον έφερε στον κόσμο. Θα λήξει.

  Βρίσκεσαι στο σκοτάδι. Δεν μπορείς να δεις παρά μόνο ελάχιστες σκιές. Η καρδιά σου αρχίζει να χτυπάει δυνατά. Κόμποι ιδρώτα κυλάνε στα μάγουλά σου. Ποιά τραγική μορφή από παραμύθια θα πεταχτεί μπροστά σου? Ποιός απόκοσμος ξένος θα εμφανιστεί ξαφνικά για να σου κάνει κακό? Με παραμορφωμένο πρόσωπο και γουρλωμένα μάτια. Ο τρόμος σου μεγαλώνει λεπτό το λεπτό. Γιατί μέσα στο σκοτάδι, κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να περιμένει.

  Το σκοτάδι αντιπροσωπεύει τον θάνατο γιατί είναι τόσο άγνωστο όσο και εκείνος. Γιατί ο άνθρωπος μεγαλώνει μαθαίνοντας να φέρνει αντικείμενα, καταστάσεις και φυσικά φαινόμενα στο φως όσο ο οργανισμός του ωριμάζει. Και ακολουθεί ένα χαραγμένο μονοπάτι, μέχρι να έχει φέρει στο φως όλα όσα προορίζεται να ανακαλύψει από την φύση του. Τα μικρά στάδια της ζωής. Και τότε -ω τι θαύμα, τι παράδοξο!- δεν υπάρχει τίποτε άλλο να φέρει στο φως! Τότε τελειώνει η ύπαρξή του, εφόσον δεν έχει κάποιο νόημα πλέον. Τότε τον καταπίνει το σκοτάδι.

  Κατασκευαστήκαμε για να φοβόμαστε τον θάνατο. Να τον τρέμουμε ασυνείδητα, σαν κομμάτι της καθημερινότητάς μας που ξέρουμε πως είναι εκεί, αλλά ποτέ δεν το παραδεχόμαστε. Αφήνουμε τον χρόνο να κυλάει θάβοντας το κάπου βαθιά.

  Τις κοιτάω στα μάτια, αυτές τις σάπιες τρομακτικές μορφές. Αλήθεια με τρομάζουν? Αλήθεια φοβάμαι? Ή μήπως απλά νιώθω το τέλος μου να πλησιάζει? Το έχω θάψει σαν ιδέα στο βάθος του μυαλού μου και ξαφνικά εμφανίζεται τόσο κοντά στο πρόσωπό μου. Πανικοβάλλομαι. Γιατί επιστρέφει? Δεν έχω μάθει ακόμα αρκετά για τον κόσμο! Δεν είναι η ώρα μου να φύγω ακόμα!

  Μα η αλήθεια είναι πως δεν φοβάμαι. Γιατί οι μορφές αυτές ήρθαν για να μιλήσουν. Δεν ήρθαν να μου κάνουν κακό. Ξέρω πλέον τι είναι θάνατος. Τον είδα. Τον ένιωσα. Τον τρέμω και θα τον τρέμω μέχρι να έρθει. Αλλά τώρα ξέρω τι να περιμένω.

  Η βασίλισσά τους με κοιτάει από την μέση του κύκλου. Το ματωμένο δέρμα κοντά στο στόμα της τραβιέται σε μια υποψία χαμόγελου. Είναι περήφανη για μένα.

  Και χορεύω μαζί τους, κάθε βράδυ. Και μου λένε ιστορίες, μακριά από όλα αυτά τα καθημερινά.

  Γιατί αντί να φέρνω πράγματα στο φως, τα ρίχνω πάλι στο σκοτάδι.

Tuesday, April 24, 2012

Τέλος

    Γνωρίζεις το συναίσθημα της χαρμολύπης? Να κλαις και να είσαι χαρούμενος ταυτόχρονα? Μαγικό. Πονάει, αλλά είναι μαγικό κατά ένα δικό του τρόπο. Φωνάζει ''εμείς''

    Τόση ομορφιά σε μια στιγμή! Τόσες αναμνήσεις!

   Είμαι χαρούμενη αυτή την στιγμή και ας κλαίω. Είμαι, αλήθεια. Δεν χρειαζόμουν τίποτε άλλο για να προχωρήσω. Μόνο αυτό. Και θεέ μου, είμαι τόσο ευτυχισμένη. Τόσο πολύ.

   Θα ξανάρθει. Και θα ξαναπονέσω. Το ξέρω. Αλλά είμαι τόσο ευγνώμων που τελείωσαν όλα. Που τα κατάφερα. Ναι, τα κατάφερα λοιπόν!

   Η ζωή λοιπόν, είναι μόνο επιλογές. Και εγώ έκανα την καλύτερη.

   Αντίο.

Thursday, April 19, 2012

Μίλα/

  Μίλα. Μίλα. Μίλα γαμώ το κέρατό μου.

Θα τρελαθώ και το ξέρεις. Για άλλη μια φορά είναι τόσο κοντά που φοβάμαι. Θα κάνω πράγματα φοβερά. Θα κάνω παράτολμα και επικίνδυνα πράγματα. Άσχημα πράγματα.

  Μίλα.

Στο κεφάλι μου κάνουν κύκλους σκέψεις, όλο και πιο γρήγορα. Όλα πάνε στραβά από τότε, το παρατήρησα. Όλα πάνε στραβά. Και εγώ τρελαίνομαι για άλλη μια φορά.

  Μίλα.

Δεν μπορούσα να το κάνω. Προσπάθησα εκείνο το βράδυ μα ήταν πάνω από τις δυνάμεις μου. Πολλά συναισθήματα σε μια νύχτα. Δεν μπορούσα να κουνηθώ από το σοκ. Έπρεπε να αντιδράσω όμως. Ναι, έπρεπε.

 Μίλα.

 Μίλα γιατί η σιωπή με σκοτώνει όπως δεν με έχουν σκοτώσει ποτέ. Με μαχαιρώνει. Φωνάζω και η φωνή μου σπάει σε χίλια κομμάτια πάνω σε έναν γαμημένο τοίχο. Αυτό είσαι. Ένας τοίχος που δεν μπορώ να δω παραπέρα.

Μίλα.

ΜΙΛΑ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΩ ΑΛΛΟ. ΜΙΛΑ ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΠΑΡΩ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ. ΑΛΗΘΕΙΑ ΘΑ ΤΟ ΚΑΝΩ. ΔΕΝ ΦΟΒΑΜΑΙ ΚΑΝΕΝΑΝ ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΑ ΠΛΕΟΝ ΑΚΟΥΣ?

Δεν σε φοβάμαι.

Friday, April 6, 2012

Γιατί

   Έχεις γνωρίσει ποτέ την κόλαση? Έχεις νιώσει ποτέ να πεθαίνεις ανάμεσα σε φλόγες? Να σου κλέβουν την ανάσα ο καπνός και η απελπισία? Τι έχεις γνωρίσει?

  Θέλεις να γνωρίσεις την κόλαση? Θέλεις να δεις τα πυρωμένα μάτια της να σε καρφώνουν?

Γιατί εγώ τα είδα. Με πόνεσαν. Με έκαψαν. Με καίνε ακόμα. Πύρινα μάτια. Σε γδύνουν από την κορυφή ως τα νύχια. Καίνε τα πιο απόκρυφα μυστικά σου. Καίνε το είναι σου.

  Και φλέγομαι, φλέγομαι παντού. Στάχτες μαυρίζουν το πρόσωπό μου και νιώθω το δέρμα μου να λιώνει και τα κόκκαλα μου να μαλακώνουν. Νομίζω πως θα χυθώ ολόκληρη σε κάτι ανώτερο, σε μια πονεμένη λαίλαπα με κάποιον προορισμό. Τι ωραίο να σκέφτεσαι στο τέλος! Τίποτα δεν θα έχει σημασία εξάλλου. Κανείς σας.

  Την βλέπεις στα μάτια μου. Και δεν λες τίποτα. Γιατί? Μίλα. Σε τρομάζει. Σε απωθεί. Σε αηδιάζει.

  Τότε γιατί τόσο φως μετά? Γιατί τόση χαρά?

Γιατί

Wednesday, April 4, 2012

.

    Σκιές. Σκιές. Σκιές. Σκιές. Σκιές. Κρέμονται από το ταβάνι. Με μεγάλα χέρια και πόδια. Μαύρα. Κρέμονται και με κυνηγάνε. Με θέλουν. Θέλουν το δέρμα μου, τα νεύρα μου. Το μυαλό και τα μάτια μου. Τα μολύβια και τις βελόνες μου. Θέλουν τα πάντα. Θέλουν εμένα.

   Όχι άλλο. Όχι πια. Όχι ποτέ. Όχι ξανά. Απλά ένα μεγάλο όχι. Ένα ξεδιάντροπο όχι σε όλα. Γιατί έτσι. Γιατί μπορώ να το πω. Μια ζωή το έλεγα. Όχι. Δεν θέλω.

   Είχες καιρό να με κοιτάξεις έτσι. Νιώθω σαν να γύρισα πάλι απόψε χρόνια πίσω. Όπως την πρώτη φορά που σε είδα. Μην με κοιτάς έτσι. Φοβάμαι. Πάρε τα χέρια σου από πάνω μου. Πάρτα. Γρήγορα.

  Φοβάμαι. Και δεν νιώθω. Για άλλη μια φορά μουδιάζω. Νιώθω αίμα να χύνεται. Δεν ξέρω ποιανού είναι. Δεν με νοιάζει. Νοιάστηκε ποτέ κανείς?

  Σταμάτα να με κοιτάς. Θα σε διώξω. Ψέμματα. Δεν μπορώ να σε διώξω, το ξέχασα. Σε παρακαλώ σταμάτα να με κοιτάς. Με ρίχνεις εκεί. Στο όμορφο κλουβί μου. Με πετάς με δύναμη στα μαξιλάρια. Πονάω. Αλλά δεν αντιδράω. Γιατί πότε αντέδρασα? Πότε? Ποτέ.

  Που είσαι? Γιατί? Έλα. Θα μπορούσα να γεμίσω σελίδες ολόκληρες με ασύνδετες φράσεις. Τι νόημα έχει η τάξη? Τι νόημα έχει η ομορφιά. Τι νόημα έχουν όλα? Στάχτη θα καταλήξουμε έτσι και αλλιώς. Πάντα και ποτέ. Στάχτη.

  Η καρδιά μου χτυπάει γρήγορα για κάποιο λόγο. Την νιώθω έτοιμη να σκίσει το στήθος μου και να τρέξει μακριά μου. Ούτε αυτή δεν με αντέχει.

Είναι αυτές οι ώρες πάλι. Θα κάτσεις μαζί μου? Σε ευχαριστώ. Το ήξερα.